Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2018

Σ// Σιωπή // ή // Π// Πίσω

Και όπως δεν αντέχουν οι άνθρωποι το ξένο και το απ' αλλού φερμένο, έτσι δεν άντεξα και εγώ. Δεν άντεξα και σου μίλησα. Σου είπα για όνειρα κρυφά, ατελή και αφελή. Όνειρα ψυχωτικά, με όνομα και ιστορία. Για πρόσωπα και πράγματα. Σαν επίλογος σε παραμύθι παιδικό. Απ' αυτά που κάνουν το αντίο να μοιάζει μαχαιριά και πονούν...πονούν...πονούν..

σκηνή πρώτη: Μόνος εσύ, καθισμένος γωνία στο πάτωμα, να ζητάς να μάθεις πώς γράφεται το "θέλω". Και χωρίς κανένα πρόσταγμα, να πλησιάζω εγώ στο μέρος σου και να κοντεύω να τρελαθώ. Να σ' αγκαλιάζω και χωρίς διάθεση να μου ξεφύγεις, να ακουμπάς ένα-ένα τα εύθραυστα σημεία μου. Τα βρίσκεις όλα. Χαλαρώνω. Το χέρι ξανά στο στέρνο μου.

σκηνή δεύτερη: Μόνος εγώ, όρθιος στην κουζίνα, σχεδόν εξομολογητικά, να σπάω ένα ποτήρι μέσα στη χούφτα μου. Και χωρίς κανένα δισταγμό, να πλησιάζεις εσύ στο μέρος μου και να κοντεύω να τρελαθώ. Να μ' αγκαλιάζεις και χωρίς διάθεση να σου ξεφύγω, να χαϊδεύω με τα ακροδάχτυλά μου τα μαλλιά σου. Και το αίμα να κυλά. Κόβομαι.

σκηνή τρίτη: Και οι δυο μαζι, ξαπλωμένοι στο κρεβάτι. Τα χέρια μου δεμένα στο προσκέφαλο, τα δικά σου απλωτά πάνω στο στήθος μου. Και ορκίζομαι κει να μπορέσω να δω στη θολή σου ματιά όλα όσα κρύβεις. Καλύτερα μάτια χαμένα, παρά λόγια ορμητικά. Με φιλάς. Κρατώ την ανάσα μου και χάνομαι στα χέρια σου. Τα πόδια σου μπλεγμένα στα δικά μου. Το στήθος μου και το δικό σου ενωμένα, οι αρτηρίες μου να νιώθουν την ορμή απ' το αίμα σου να' ρχεται κατά μόνας. Η καρδιά να ορθώνεται στο χαμένο πάθος. Ο χρόνος σταματά. Ξυπνώ.


Και ξέρεις ποιο είναι το πρόβλημα που ποτέ δεν έλυσες; Ότι η καρδιά σου δεν είναι καλοκουρδισμένη μηχανή. Ούτε η δική μου φυσικά. Αν όλα τα αντιμετωπίζεις φθυσικά, επειδή δε συγχρονίζεσαι δουλειά δεν κάνεις. Δεν είναι κριτική, πες το τύχη. Τύχη που δεν κατάλαβες ποτέ το πόσο πονάει το ανεκπλήρωτο. Τις γρατζουνιές και τους μώλωπες που αφήνει η ματαίωση. Παρά το γεγονός ότι δε με κατάπιε το ανέκφραστο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου